Πώς σας φάνηκε το blog μας?

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΙ ΤΡΑΓΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

Τρεις από τους μεγαλύτερους τραγικούς ποιητές ήταν ο Αισχύλος,ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης.

Ο Αισχύλος(525-456 π.Χ), ο πρώτος από τους τρεις μεγαλύτερους τραγικούς ποιητές, μυημένος στα Ελευσίνια μυστήρια και μαραθωνομάχος, έγραψε 90 έργα, από τα οποία σώζονται τα επτά: η τριλογία Ορέστεια (Αγαμέμνων,Χοηφόροι και Ευμενίδες),κορυφαίο επίτευγμα του ανθρώπινου πνεύματος, Πέρσαι, Ικέτιδες, Προμηθεύς Δεσμώτης και επτά επί Θήβας.

Ο Σοφοκλής(496-405 π.Χ) ο «τελειότατος των τραγικών» κατά τον Ξενοφώντα, θα αυξήσει τον αριθμό των υποκριτών από δύο σε τρεις όπως και των χορευτών από δώδεκα σε δεκαπέντε, και θα περιορίσει τα άσματα του χορού δίνοντας μεγαλύτερη έκταση στο διάλογο. Στα έργα του Σοφοκλή, παρόλο που οι υπερβατικές δυνάμεις εξακολουθούν να έχουν ρυθμιστικό χαρακτήρα στη δράση, η έκβαση των πραγμάτων θα εξαρτηθεί από τη βούληση και τις επιλογές των ηρώων. Ο Σοφοκλής παράγει έτσι το τραγικό από τη σύγκρουση του ατόμου με τον εαυτό του ή με τους άλλους. Από τα έργα του έχουν διασωθεί ακέραια επτά:Τραχίνιαι,Αντιγόνη,Οιδίπους Τύραννος,Ηλέκτρα,Φιλοκτήτης,Αίας και Οιδίπους επί Κολωνώ.

Ο Ευριπίδης(484 ή 480-406) θα οργανώσει τις αναζητήσεις του με επίκεντρο τον άνθρωπο – οι θεοί συμβάλουν τεχνικά (από μηχανής θεός) στην έξοδο των ηρώων από την περιπέτεια. Θα δοκιμάσει τολμηρές ψυχογραφικές περιγραφές των χαρακτήρων του, θα δώσει έμφαση στην πλοκή, θα ελαττώσει την παρεμβατικότητα του χορού, ενώ θα προετοιμάσει το νεότερο ψυχολογικό και κοινωνικό δράμα. Από τα έργα του έχουν σωθεί τέσσερις τραγωδίες εμπνευσμένες από τον Τρωικό πόλεμο και τα συναφή γεγονότα: Τρωάδες, Εκάβη, Ανδρομάχη και Ρήσος, πέντε τραγωδίες από το μυθικό κύκλο των Ατρειδών: Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ορέστης, Ηλέκτρα, Ελένη, και μια από τον οίκο των Λαβδακιδών: Φοίνισσαι. Άλλα έργα του Ευριπίδη είναι: Άλκηστης, εμπνευσμένη από ένα δημοφιλή λαϊκό μύθο της εποχής, Ιππόλυτος, Μήδεια, Βάκχαι, Ικέτηδες, Ίων, Ηρακλείδαι, Ηρακλής και σατυρικό δράμα Κύκλωψ.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Αρχαίο θέατρο Μακύνειας

«Μικρό το θέατρο, μεγάλη υπόθεση η διάσωσή του»

Για τα συναισθήματα ενός ενεργού πολίτη που βρέθηκε πρόσφατα στο θέατρο της Μακύνειας μίλησε ο αντιπρόεδρος του Δ.Σ. και διευθύνων σύμβουλος της ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε. κ. Παναγιώτης Παπανικόλας, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων: «Ο πολίτης που στάθηκε μπροστά σε ανθρώπους και ψαμμιτόλιθους το πρωί της 27ης Νοεμβρίου 2010, με τη θέα μιας γέφυρας στο βάθος και τα μουντά χρώματα της βροχής των καιρών μας ολόγυρα, αυθυποβλήθηκε οριστικά και αμετάκλητα: Η μνήμη γεννάει χρέος και το συναίσθημα της ευθύνης γεννάει καθήκον. Τόσο το χρέος όσο και η ευθύνη επιβάλλουν ενέργεια. Η συνειδητοποίηση της ευθύνης γίνεται δύναμη αναστροφής μίας δυσμενούς πορείας και δρομολόγησης ενός ευμενούς μέλλοντος… Ο πολίτης που έτσι σκέπτεται και πράττει λέγεται ΓΕΦΥΡΑ και η πορεία του στο χώρο και το χρόνο προδιαγράφηκε από τους χίλιους που τον έχτισαν και τους εκατό που τον λειτουργούν». Κατέληξε δε ως εξής: «Μικρό το θέατρο, μεγάλη υπόθεση η διάσωσή του. Δεν προσπαθούμε μόνο να σώσουμε ένα μνημείο. Προσπαθούμε να κρατήσουμε όρθιο αυτό που στέκεται ακόμη». Επίσης, αντικαθιστώντας το δήμαρχο Αντιρρίου κ. Γιώργο Κολοβό, εκ μέρους του δήμου και του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης, το λόγο έλαβε ο κ. Ανδρέας Ευθυμιόπουλος, αναφερόμενος στο διαρκές ενδιαφέρον του δήμου και των δημοτών στα 25 χρόνια που μεσολάβησαν από την ανασκαφή που έφερε στο φως το μνημείο, αλλά και στην ομόφωνη απόφαση να αφιερωθεί το ποσό των 70.000 ευρώ στις εργασίες αναστήλωσης. Εξαιρετικά κατατοπιστική υπήρξε η παρουσίαση της προϊσταμένης της ΛΣΤ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων κ. Μαρίας Σταυροπούλου-Γάτση, η οποία, μετά από μία εμπεριστατωμένη αναφορά στον αρχαιολογικό χάρτη και τα αρχαία θέατρα της Αιτωλοακαρνανίας, μίλησε εκτενώς για την ιστορία της αρχαίας Μακύνειας, την ανασκαφή του θεάτρου της και τις εργασίες αναστήλωσης που ξεκίνησαν πολύ πρόσφατα.Τέλος, η εκδήλωση ολοκληρώθηκε μέσα στη συγκινητική ατμόσφαιρα που δημιούργησε η προβολή του βίντεο με την ηθοποιό Μαρία Ναυπλιώτου, το οποίο παρήγαγε για την προώθηση της καμπάνιας η ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε.

Συμμαχία για τον πολιτισμό

Ο κ. Σταύρος Μπένος, πρόεδρος του σωματείου, που έχει θέσει ως στόχο τη διάσωση των αρχαίων θεάτρων της χώρας, παρουσίασε στο κοινό τις μεθόδους που χρησιμοποιεί το «ΔΙΑΖΩΜΑ» προκειμένου να κινητοποιήσει τους αρμόδιους φορείς αλλά και τους απλούς πολίτες που επιδεικνύουν μία εύλογη θέρμη για την υπόθεση της υπεράσπισης αυτών των μνημείων. Μίλησε με συγκίνηση για το θέατρο της Μακύνειας, που βρίσκεται σε μία «διαρκή συνομιλία» με το αντικρινό του, σύγχρονο μνημείο της ζεύξης, στάθηκε στη ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε., που συνδράμει με οικονομικά και άλλα μέσα στην όλη προσπάθεια, και περιέγραψε το «μέτωπο» που έχει συσταθεί για την υπεράσπιση της Μακύνειας ως υποδειγματικό κράμα συμμάχων για να πλαισιωθεί ένα τέτοιο εγχείρημα.

Αρχαίο θέατρο Μακύνειας: Η διάσωση ενός συμβόλου πολιτιστικής κληρονομιάς


Με αφορμή την εκστρατεία για τη διάσωση του αρχαίου θεάτρου της Μακύνειας, πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» ειδική εκδήλωση, στην οποία εκφράστηκε κάτι παραπάνω από την κοινή βούληση των τριών φορέων που συμμάχησαν για να σωθεί ένα κομμάτι πολιτιστικής κληρονομιάς που αγναντεύει τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου ψηλά από το λόφο Παλιόκαστρο. Ο Δήμος Αντιρρίου, η ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε. και το σωματείο «ΔΙΑΖΩΜΑ» δήλωσαν δημόσια τη δέσμευσή τους να μη σταματήσουν την έμπρακτη συμπόρευση μέχρι να ανασχεθούν η πορεία φθοράς του εύθρυπτου ψαμμιτόλιθου, από τον οποίο κατασκευάστηκε το θέατρο, και η προέλαση του γκρεμού, που ήδη έχει καταπιεί τη μισή σκηνή του.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ ΒΕΡΓΙΝΑΣ

Η σύγχρονη πόλη της Βεργίνας ιδρύθηκε το 1922 δίπλα στα δύο αγροτικά χωριά Κούτλες και Μπάρμπες τα οποία προηγουμένως ανήκαν στον Τούρκο Μπέη των Παλατιτσίων και εκεί κατοικούσαν 25 οικογένειες στην υπηρεσία του Μπέη. Κατά την επανάσταση του 1821 οι κάτοικοι της Βεργίνας (Κούτλες και Μπάρμπες) αγωνίστηκαν κατά των Οθωμανών. Σπουδαίοι αγωνιστές της επανάστασης του 1821 ήταν οι Σταμάτιος Κωνσταντίνου , Δήμος Μαργαρίτη και Κωνσταντίνος Μαργαρίτη. Μετά την Συνθήκη της Λωζάννης και την έξωση των μπέηδων, η γη διαμοιράστηκε σε οικόπεδα στους εκεί κατοίκους και σε 121 ελληνικές οικογένειες από την Βουλγαρία και την Μικρά Ασία μετά από τις ανταλλαγές πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα, την Βουλγαρία και την Τουρκία. Το όνομα για την νέα πόλη προτάθηκε από τον τότε Μητροπολίτη Βέροιας, που την ονόμασε Βεργίνα προς χάριν της θρυλικής βασίλισσας Βεργίνα που έζησε στην περιοχή.

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΒΕΡΓΙΝΑΣ


Η Βεργίνα (στα αρχαία: Αιγαί) είναι μία μικρή πόλη στην βόρειο Ελλάδα, στον Νομό Ημαθίας στην περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας. Η πόλη έγινε παγκοσμίως διάσημη το έτος 1977, όταν ο Έλληνας αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος ανακάλυψε ένα ταφικό μνημείο συμπεριλαμβανομένου και του τάφου του Φιλίππου Β' πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.Η Βεργίνα βρίσκεται 13 χλμ. νοτιοανατολικά της Βέροιας, πρωτεύουσας του νομού, και περίπου 80 χλμ. νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης. Ο πληθυσμός της πόλης ανέρχεται στις 2.000 κατοίκους και στέκεται στους πρόποδες των Πιέριων Ορέων, σε υψόμετρο 120 μέτρων από την θάλασσα.


ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΘΕΑΤΡΑ

Θέατρα υπήρχαν σε κάθε πόλη και σε κάθε ιερό κάποιου μεγέθους. Πολλά από αυτά τα θέατρα δεν έχουν εντοπισθεί, γιατί δεν είχαν λίθινες κατασκευές, ή σώζονται σε κακή κατάσταση. Θέατρα γνωρίζουμε, μεταξύ άλλων, στο Ιερό του Ποσειδώνα στην Ισθμία(5ος αι. π.Χ.), στη Θάσο (5ος αι. π.Χ.), στο Δίον(5ος αι. π.Χ.), στο οχυρό του Ραμνούντα Αττικής(τέλη 5ου αι. π.Χ.), στους Φιλίππους Καβάλας (μέσα 4ου αι. π.Χ.), στην Ερέτρια (τελευταίο τέταρτο 4ου αι. π.Χ.), στη Βεργίνα (αρχαίες Αιγές) βόρεια του ανακτόρου (β΄ μισό 4ου αι. π.Χ.), στη Δωδώνη(αρχές 3ου αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ.), στη Δημητριάδα(3ος αι. π.Χ.), στη Δήλο(3ος αι. π.Χ.), στο Άργος(3ος αι. π.Χ.), στο Ιερό των Καβείρων στην Θήβα(3ος-1ος αι. π.Χ.), στο Ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη(γύρω στο 200 π.Χ.), στις Οινιάδες Ακαρνανίας (3ος-2ος αι. π.Χ.), στη Μαγνησία του Μαιάνδρου (3ος –2ος αι. π.Χ.), στη Μίεζα (2ος αι. π.Χ.), στη Ζέα του Πειραιά (3ος-2ος αι. π.Χ.), στο ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό (α΄ μισό 2ου αι. π.Χ.) και στην Αμφίπολη. Για πολλές άλλες πόλεις γνωρίζουμε ότι είχαν θέατρα από γραπτές πηγές. Λόγω της σύγχρονης αποκατάστασης και χρήσης του για θεατρικές παραστάσεις από το 1954 είναι γνωστό το αρχαίο θέατρο κοντά στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Στην οικοδόμησή του διακρίνονται, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, δύο φάσεις, που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στα μέσα του 2ου αι. π.Χ.

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΛΑΣΣΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΛΑΣΣΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Το αρχαίο ελληνικό θέατρο ως αρχιτεκτόνημα είναι μια υπαίθρια αμφιθεατρική κατασκευή ημικυκλικής κάτοψης γύρω από μια κυκλική πλατεία. Χρησίμευε για θρησκευτικές τελετουργίες, αγώνες μουσικής και ποίησης, θεατρικές παραστάσεις, συνελεύσεις του δήμου ή της βουλής της πόλης-κράτους ακόμα και ως αγορά. Κατά την Αρχαϊκή Περίοδο οι θεατρικοί χώροι διαμορφώνονταν με ήπιες επεμβάσεις σε χαμηλές, φυσικές κατωφέρειες του εδάφους χωρίς λίθινες κατασκευές, ή το πολύ-πολύ με συσσώρευση χωμάτων. Τέτοιες κατασκευές δύσκολα μπορούν να εντοπιστούν από την αρχαιολογική έρευνα. Ορχήστρα γύρω από την οποία στήνονταν ξύλινα καθίσματα έχει εντοπιστεί ωστόσο στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας. Εκεί τελούνταν στα χρόνια του τυράννου Πεισίστρατου οι θεατρικοί αγώνες, που από την εποχή του Κλεισθένη μεταφέρθηκαν στο Θέατρο του Διονύσου, στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Γύρω στο 335-330 π.Χ., επί Λυκούργου, ανακατασκευάστηκε αυτό το θέατρο εξολοκλήρου από λίθο. Τότε πια αποκρυσταλλώθηκε ο αρχιτεκτονικός τύπος του θεάτρου στη λίθινη μορφή του.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΡΙΗΝΗΣ


Το αρχαίο θέατρο της Πριήνης κάτω από την ακρόπολη της πόλης. Διακρίνονται οι λίθινοι θρόνοι της προεδρίας.

ΘΕΑΤΡΟ:ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ

Με άλλα λόγια το θέατρο στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό ψυχαγωγικό δρώμενο, ή μάλλον ήταν ψυχαγωγικό στην κυριολεκτική έννοια του όρου. Διαμόρφωνε συνειδήσεις και την ίδια στιγμή διαμορφωνόταν από τη συλλογική συνείδηση. Συνδυάζοντας τη θρησκεία, την κοινωνική και πολιτική κριτική με την εκπαίδευση, έγινε κόμβος, ένα σημαντικό σταυροδρόμι για τις συνιστώσες που παράγουν συνήθως πολιτισμική δράση. Από αυτή την άποψη θεωρούμενο ενσωμάτωσε τους κανόνες της πόλης και την ίδια στιγμή έγινε ένα μεγάλο λαϊκό δικαστήριο για την κρίση της κοινωνικής της διαχείρισης. Και όλα αυτά, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Διόνυσου, του επαναστάτη θεού που προτίμησε τη θηλυκή φρενίτιδα για τη λατρεία του, μια μανική φρενίτιδα και αμφισβήτηση της πατριαρχικής εξουσίας εκφρασμένη στις πράξεις των ηρωίδων του αττικού δράματος. Βέβαια, ο τελικός στόχος των τραγικών ποιητών δεν ήταν πιθανώς η ανατροπή αλλά μάλλον ο αποτροπαϊκού χαρακτήρα εξορκισμός των ασυνείδητων καταπιεσμένων θηλυκών ενεργειών μιας έντονα και αδιαμφισβήτητα πατριαρχικής κοινωνίας. Όμως, παραμένει το γεγονός ότι οι θίασοι του Διόνυσου διέθεταν έναν έντονο θηλυκό χαρακτήρα και ενίοτε χρησιμοποιήθηκαν, όπως και η λατρεία του θεού, ως φορείς λαϊκισμού της τυραννικής εξουσίας, τόσο στην κορινθιακή όσο και στην αττική γη.

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Δεν είναι τυχαίο που ο H.C. Baldry συσχετίζει την ανάπτυξη εν γένει των τεχνών στην πόλη με την άνθηση μιας πτυχής της αρχαιοελληνικής παιδείας, τον προφορικό λόγο. Ο λόγος γίνεται μέσο ψυχαγωγίας, προβληματισμού και πειθούς. Ταυτόχρονα φέρει τα στοιχεία της παράδοσης, καθώς ο δραματικός αφομοιώνει τον επικό, τον λυρικό και εν τέλει τον ρητορικό λόγο. Η χρήση του στην πολιτική, τη ρητορεία και την ποίηση δηλώνει και την ιδιαίτερη σημασία που είχε στη δραματική τέχνη. Παράλληλα ο J.P. Vernant προχωρεί στη σύνδεση της τραγωδίας με το δίκαιο. Ο κοινωνικός προβληματισμός που αναπτύσσεται στην πόλη αποτελεί το υλικό της τραγωδίας. Η νομική σκέψη επιδρά στον τραγικό στοχασμό σε βαθμό που πολλά από τα θέματα που διαπραγματεύεται το δράμα αποτελούν, ταυτόχρονα, αντικείμενο εξέτασης των δικαστηρίων. Κατ' επέκτασιν οι τραγικοί ποιητές υιοθετούν το νομικό λεξιλόγιο για να διαπραγματευθούν τα θέματά τους. Ο J.P. Vernant, διαπιστώνοντας τη διαμάχη ανάμεσα στο δίκαιο της πόλης, καθαρά λογικό κατασκεύασμα και τη θρησκευτική παράδοση, δηλαδή τις προ-νομικές βαθμίδες δικαίου προχωρεί σε έναν ακόμη συσχετισμό, σύμφωνα με τον οποίο ο ίδιος ο τραγικός ήρωας συνήθως βιώνει αυτή τη διαμάχη επί σκηνής συνδιαλεγόμενος με τον χορό.

ΣΟΦΙΣΤΕΣ

Τα προγενέστερα της τραγωδίας λογοτεχνικά έργα ήσαν βασισμένα στον μονόλογο. Με την εμφάνιση του πολιτεύματος της δημοκρατίας στην Αθήνα, γράφτηκαν οι τραγωδίες που είναι έργα βασισμένα στον διάλογο. Βασικά, αυτοί που παρακολουθούν μια τραγωδία διδάσκονται την λειτουργία της δημοκρατίας.Στην Αθήνα της κλασικής εποχής, μέσα από τις κραυγές του πελοποννησιακού πολέμου αρχίζει να ακούγεται ο απόηχος των συζητήσεων των σοφιστών σχετικά με το ιδεολογικό σχήμα νόμω -φύσει, δηλαδή η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στους θεσπισμένους νόμους τους κράτους (νόμω) και το δίκαιο του ισχυρότερου (φύσει). Η σοφιστική ως κίνημα πολιτικό και κοινωνικό είναι αδιανόητη έξω από το πολιτικό κλίμα της αθηναϊκής δημοκρατίας. Οι σοφιστές, άνθρωποι ελεύθεροι και θαρραλέοι διανοητές βρήκαν το έδαφος της αθηναϊκής δημοκρατίας πρόσφορο για να ανακοινώσουν τις αντιλήψεις τους και να διδάξουν τη σκέψη τους. Μόνο μια κοινωνία δημοκρατική μπορούσε να ανεχθεί αυτά τα κηρύγματα επαναστατικών ενίοτε μεταρρυθμίσεων, όπως αυτά που αφορούν τους κείμενους νόμους της πολιτείας και την κρατούσα δικαιοσύνη. Οι σοφιστές δεν έρχονται σε ρήξη με την φιλοσοφική παράδοση αλλά τη συνεχίζουν και την υπερβαίνουν. Σε αντίθεση με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, οι οποίοι στρέφονται κυρίως στα ζητήματα του κόσμου ή της φύσεως, κέντρο του προβληματισμού των σοφιστών είναι ο άνθρωπος και τα προβλήματά του που τίθενται πλέον σε πολιτική βάση. Το πολιτικό και κοινωνικό αίτημα των σοφιστών μπορεί να συνοψιστεί στην απαίτηση να διαμορφωθεί μια νέα κοινωνία και ένα νέο πολιτικό μοντέλο με άξονα τη νέα αντίληψη για το νόμο και το δίκαιο, άρα να οικοδομηθεί μια κοινωνία με μία νέα αντίληψη για τον άνθρωπο και τα δικαιώματά του, ανεξάρτητα από κοινωνική θέση ή καταγωγή. Ο άνθρωπος δε θεωρείται πλέον παθητικός δέκτης αλλά καθοριστικός παράγοντας της κοινωνικής προόδου. Αυτή η αντίληψη απηχεί το πνεύμα του αρχαίου ελληνικού διαφωτισμού, που χαρακτηρίζει το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα. Ένα πνεύμα που επηρεάζει και επηρεάζεται από τους δραματικούς διαλόγους εκφράζει τη δυσαρέσκεια των πολιτών και αναδεικνύει τα προβλήματα της γυναίκας στην αθηναϊκή πολιτεία του 5ου π.Χ. αιώνα.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΟΎ

Όσον αφορά στη συμμετοχή του πολίτη σε αυτή τη νέα μορφή τέχνης, ο J.P. Vernant τονίζει τον ιδιαίτερο ρόλο του χορού στο δράμα ως εκπροσώπου της πόλης. Στην τεχνική της τραγωδίας υπάρχει μια πόλωση ανάμεσα στον συλλογικό και ανώνυμο χορό που εκφράζει τους φόβους τις ελπίδες και στις κρίσεις του, τα συναισθήματα των θεατών, αυτών δηλαδή που συνθέτουν την κοινότητα των πολιτών και στο εξατομικευμένο πρόσωπο, που παριστάνει έναν ήρωα μιας άλλης εποχής, ο οποίος δεν έχει κανένα σχεδόν κοινό σημείο με τη συνηθισμένη κατάσταση του πολίτη. Η δράση του προσώπου αυτού αποτελεί το κέντρο του δράματος. Σε τούτη τη διχοτόμηση τραγικού χορού και τραγικού ήρωα αντιστοιχεί μια δυαδικότητα ακόμη και στην ίδια τη γλώσσα της τραγωδίας. Από τη μια διακρίνουμε τον λυρισμό των χορικών και από την άλλη, με τους υποκριτές του δράματος, έχουμε μια διαλογική μορφή που από μετρικής άποψης είναι πιο κοντά στον πεζό λόγο. Στα νέα πλαίσια που θέτει η τραγωδία, ο ήρωας παύει να λειτουργεί ως πρότυπο, γενόμενος τελικά ένα πρόβλημα για τον εαυτό του και για τους άλλους. Αυτή ίσως είναι η μοίρα που ακολουθεί τους ήρωες. Η ατομική τους αναζήτηση είναι μια επανάσταση για τη ζωή της κοινότητας. Η ολοκλήρωσή της αναζήτησης διαμορφώνει μια νέα τάξη πραγμάτων που αφομοιώνονται στην κοινωνική δομή και γίνονται τρόπος ζωής. Αν ο ήρωας επιλέξει τη στατικότητα και την αδράνεια επαναπαυμένος στις δάφνες του, τότε η ίδια η εξέλιξη τον καταργεί. Η συνήθης αντίδραση ενός τέτοιου ήρωα στις ανάγκες της εξέλιξης είναι η διαμόρφωση μιας τυραννικής συμπεριφοράς.

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

ΘΡΕΜΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ:ΘΕΑΤΡΟ

Συνολικά θεωρούμενο το θέατρο, παρ'όλο που διαμορφώνεται στην εποχή των τυράννων, είναι θρέμμα της δημοκρατίας. Καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας του και ακμάζει σχεδόν μέσα σε έναν αιώνα, διαγράφοντας παράλληλη τροχιά με το ίδιο το πολίτευμα. Οι αθηναίοι πολίτες συμμετείχαν στα όργανα της νομοθετικής, δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, αλλά ταυτόχρονα, εντός του θεάτρου, βίωναν τη συλλογικότητα της δραματουργίας, ασκούνταν στην αντιπαράθεση ιδεών, στο διάλογο και την επικοινωνία. Η ίδια η πολιτεία με τη συμμετοχή της αναγνωρίζει τόσο την αισθητική όσο και την εκπαιδευτική αξία της θεατρικής τέχνης. Το δράμα άνθησε και έφτασε σε ύψη τελειότητας στην Αθήνα του 5ου αιώνα γιατί ακριβώς δεν ήταν περιθωριακή ή τυχαία κοινωνική δραστηριότητα προς τέρψιν εξίσου τυχαίων θεατών. Κατείχε κεντρική θέση στις σκέψεις και τις δαπάνες μιας συμπαγούς κοινωνίας. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το αττικό δράμα τελικά δεν ήταν μόνο μια μορφή τέχνης, όπως στη σημερινή εποχή, αλλά ένας κοινωνικός θεσμός. Πραγματώνεται, λοιπόν, η σύνδεση του τραγικού είδους με την πολιτική άνθηση, όταν ο ίδιος λαός συσπειρωμένος, όπως και στο θέατρο, γίνεται ρυθμιστής των πεπρωμένων του. Έτσι πιθανώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη θέση που κατέχουν στις ελληνικές τραγωδίες τα μεγάλα εθνικά προβλήματα του πολέμου, της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της φιλοπατρίας, αλλά και οι διαμάχες γύρω από τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα. Τα δεδομένα του ηρωικού έπους αποδίδονταν στο θέατρο του Διονύσου κάτω από το άγρυπνο πνεύμα των θεών και με την έγνοια για την κοινότητα.

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟ ΟΙΚΗΜΑ

Οι ανθρωπολόγοι έχουν επινοήσει τον όρο πόλις-θέατρο, προκειμένου να εκφράσουν τους θεατρικούς μηχανισμούς πάνω στους οποίους στηρίζεται η διαχείριση της κεντρικής εξουσίας. Οι θεατρικές παραστάσεις στην αθηναϊκή δημοκρατία ήταν βαθιά ριζωμένες στην πολιτεία και τους δημοκρατικούς θεσμούς της. Αντίθετα με το ρωμαϊκό θέατρο, οι ηθοποιοί και τα μέλη της χορωδίας ήταν πολίτες. Οι κριτές ήταν πολίτες και κάθε πολίτης είχε τις ίδιες πιθανότητες να πάρει τη θέση του κριτή και να αποφασίσει για την τύχη του κάθε έργου. Το θέατρο ως χώρος ήταν δημόσιο οίκημα. Θα μπορούσαμε να πούμε, πως η συγκέντρωση στο θέατρο λειτουργούσε και ως εκκλησία του δήμου, με την παρουσία πολυάριθμων ξένων και αποτελούσε ένα εντυπωσιακό πλαίσιο για ορισμένες κρατικές ενέργειες που δεν είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα. Το αθηναϊκό κράτος θεωρούσε τη γιορτή κατάλληλη αφορμή για να υπογραμμίσει την ηγετική θέση του στην Έλλαδα με μία όσο το δυνατόν εντυπωσιακότερη επίδειξη μεγαλείου. Στη διάρκεια των γιορτασμών, παράλληλα με τις θεατρικές παραστάσεις, επιδεικνυόταν ο φόρος υποτέλειας των συμμαχικών πόλεων, αφού αυτή την εποχή του χρόνου τα μέλη της αθηναϊκής συμμαχίας έστελναν την ετήσια εισφορά τους. Έτσι η πόλη εκμεταλλεύονταν τη γιορτή για εθνική αυτοπροβολή. Ο Θουκιδίδης και ο Αριστοφάνης υπογραμμίζουν στα έργα τους (Επιτάφιος Περικλέους και Αχαρνής) ότι τα Διονύσια επέτρεπαν στην πολιτεία να επιδεικνύει το μεγαλείο της στις άλλες πόλεις, μετατρεπόμενη η ίδια σε θέαμα.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟΥ

Οι παράλληλες θεωρίες για την καταγωγή του θεάτρου ανιχνεύουν τους συσχετισμούς της τραγωδίας με θρησκευτικές εκδηλώσεις και θεσμικές τελετές της αρχαιοελληνικής κοινωνίας, που έχουν ενίοτε προταθεί ως προβαθμίδες του δράματος.Έτσι, η θεματική απομάκρυνση από το διονυσιακό υλικό και ο εντοπισμός του στους μύθους των ηρώων οδήγησε ορισμένους μελετητές στη θεώρηση της λατρείας των ηρώων ως πρωτογενούς υλικού του δράματος. Παράδειγμα αποτελεί το προσωπείο που τονίζει τη συγγένεια της τραγωδίας με τις ιερουργικές μεταμφιέσεις. Το τραγικό προσωπείο, όμως, από τη φύση και τη λειτουργία του, διαφέρει από την καθαρή θρησκευτική μεταμφίεση. Έχει μεν ιερουργικό υπόβαθρο, αλλά η διάσταση της μεταμφίεσης παραμένει ανθρώπινη.Ο ρόλος του είναι περισσότερο αισθητικός και το ιερουργικό στοιχείο κινείται στην ανθρώπινη εξελικτική γραμμή. Το προσωπείο μπορεί κοντά στα άλλα, να χρησιμεύει για να υπογραμμίζει την απόσταση, τη διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο στοιχεία που κατέχουν την τραγική σκηνή, στοιχεία αντίθετα και συνάμα πολύ στενά δεμένα. Από τη μία μεριά, έχουμε το χορό ένα συλλογικό πρόσωπο που το ενσάρκωνε ένα σώμα πολιτών και που κατ' αρχήν φαίνεται δεν φορούσε προσωπείο, αλλά ήταν μόνο μεταμφιεσμένος, και από την άλλη μεριά έχουμε ένα τραγικό πρόσωπο, που το υποδυόταν ο ηθοποιός, ξεχωρίζοντας με το προσωπείο του από την ανώνυμη ομάδα χορού. Το προσωπείο ενσωματώνει το τραγικό πρόσωπο σε μια πολύ καθορισμένη κοινωνική και θρησκευτική κατηγορία, την κατηγορία των ηρώων.

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ

Στην Αθήνα συνολικά τέσσερις εορτές προς τιμήν του Διονύσου, κατά τους χειμερινούς και τους θερινούς μήνες. Στα εν άστει Διονύσια, που τελούνταν στην αρχή της άνοιξης κατά τον μήνα Ελαφηβολιώνα (Μάρτιος-Απρίλιος), διεξάγονταν οι δραματικοί αγώνες, που η προετοιμασία τους διαρκούσε τουλάχιστον έξι μήνες. Σε ανάμνηση της άφιξης του Διονύσου από τις Ελευθερές στην Αθήνα, γινόταν κάθε χρόνο η συμβολική αναπαράσταση του ταξιδιού του. Το λατρευτικό άγαλμα του θεού, την παραμονή και μετά τη δύση του ήλιου, κατέληγε στη μόνιμη θέση του στο ιερό, κοντά στο θέατρο. Όταν στην πόλη έφτανε η είδηση της παρουσίας του θεού, ξεκινούσε μία σειρά γιορταστικών και θεατρικών εκδηλώσεων. Η πρώτη μέρα των Μεγάλων Διονυσίων ξεκινούσε με τη μεγάλη πομπή της θυσίας, που κατέληγε μπροστά στο ναό του Διονύσου, ενώ δύο μέρες νωρίτερα γινόταν η επίσημη παρουσίαση όλων των διαγωνιζομένων δραμάτων. Πριν από τις παραστάσεις τελούνταν θυσίες, που υπογραμμίζουν τον θρησκευτικό χαρακτήρα τους. Μετά τη θυσία του ζώου έκαναν καθαρμούς ραντίζοντας με το αίμα το θέατρο και τους θεατές. Στη συνέχεια, και αφού οι κριτές καταλάμβαναν τις ειδικές τιμητικές θέσεις τους, άρχιζαν οι παραστάσεις, που έκλειναν με την ανάδειξη των νικητών του τραγικού αγώνα το βράδυ της πέμπτης ημέρας της εορτής. Στα Μεγάλα Διονύσια, οι τρεις τραγικοί ποιητές που λάμβαναν μέρος αγωνίζονταν με τέσσερα δράματα, τρεις τραγωδίες (τριλογία) και ένα σατυρικό δράμα, ενώ στην κωμωδία αγωνίζονταν πέντε ποιητές, που παρουσίαζαν ένα μόνον έργο τους. Στα Λήναια, που δεν είχαν πανελλήνιο χαρακτήρα όπως τα Διονύσια, η τραγωδία είχε σαφώς υποδεέστερη θέση σε σχέση με την κωμωδία και έτσι έλειπε η συμμετοχή των μεγάλων τραγικών. Κατά τη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου(431-404 π.Χ.) διδάσκονταν τρεις κωμωδίες, η καθεμία μετά την τετραλογία κάθε τραγικού ποιητή.

ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΥΠΟΚΡΙΤΩΝ-ΧΟΡΟΥ

Η σκευή,δηλαδή το προσωπείο/κοστούμι, συνδέεται άμεσα με βαθύτερα στρώματα της διονυσιακής λατρείας. Εξάλλου, το προσωπείο ανθρώπου που χρησιμοποιεί το δράμα εντάσσει τον υποκριτή στην κατηγορία των ηρώων, αφού τον χωρίζει από τον χορό, που αρχικά μάλλον δε φορούσε μάσκες. Ο διάλογος υποκριτή - χορού υποδηλώνει σε ένα βαθμό τον διάλογο που διεξάγει η πόλη με το ηρωικό παρελθόν της. Γενόμενος δράμα ο μύθος υφίσταται μια χωροχρονική επέκταση. Οι λόγοι και οι αντίλογοι των πρωταγωνιστών, όπως και η συνδιαλλαγή με το χορό προορίζονταν να καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος του έργου και αποκαλύπτουν σε μεγάλο βαθμό τα κίνητρα της πράξης. Κίνητρα που ενίοτε είναι σημαντικότερα από την ίδια την πράξη, γιατί είναι πύλες προς την ψυχολογική διερεύνηση του μυθολογικού υλικού. Αυτός είναι πιθανώς και ο λόγος για τον οποίο η συμμετοχή, η μέθεξη του κοινού είναι έντονη τόσο στις θρησκευτικές γιορτές όσο και στους δραματικούς αγώνες.

ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

Όλες οι δραματικες παραστάσεις διδάσκονταν κατά τη διάρκεια των γιορτασμών προς τιμήν του Διόνυσου. Ο Διόνυσος, ως θεός της γονιμότητας και της βλάστησης συνδέεται με το πάθος, την έκσταση των συμμετεχόντων στη λατρεία του, τη χαρά, τον τρόμο και κάλλιστα μπορεί να ενωθεί τόσο με την τραγωδία όσο και με την κωμωδία.Σε γενικές γραμμές η τραγωδία διαθέτει άρρηκτους δεσμούς με τη μυθολογική παράδοση, καθώς οι ποιητές αντλούν το υλικό τους από το λατρευτικό υπόβαθρο της ηρωολατρείας και της λατρείας των θεών. Η παρουσία των θεών, άλλωστε, είναι καθοριστική στην ελληνική σκέψη και αποτελεί σημαντικό μέρος της ζωής της πόλης. Οι δραματικοί αγώνες διεξάγονται κατά τη διάρκεια θρησκευτικών γιορτασμών στην πόλη. Είναι αφιερωμένοι στο θεό Διόνυσο, έστω και αν ο θεός δεν αποτελεί το θέμα για τα περισσότερα έργα. Το ίδιο το θεατρικό κτήριο βρίσκεται εντός του ιερού χώρου του θεού και ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό το συμβολισμό του.

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

ΤΑ ΘΕΑΤΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

Κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής το θέατρο του Διονύσου ξαναχτίστηκε με μια πολυώροφη σκηνή και οι ηθοποιοί δημιούργησαν επαγγελματικό σωματείο, που ονομαζόταν οι "Καλλιτέχνες του Διονύσου". Σε αυτή την περίοδο χτίστηκαν και άλλα θέατρα σε πολλά σημεία της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένου του θεάτρου της Επιδαύρου. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση οι Ρωμαίοι έχτισαν ή ανασχεδίασαν θέατρα και σε άλλα σημεία στην Ελλάδα. Ωστόσο, το θέατρο σε αυτή την αρχική μορφή του παραμένει σημαντικό για εμάς, όχι τόσο για την αρτιότητα της κατασκευής του και τις επινοήσεις των θεατρικών διδασκάλων, αλλά για τη σημασία του ως θεσμού της πόλης-κράτους, ιδιαίτερα της αθηναϊκής δημοκρατίας, που μπορεί να μελετηθεί περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΤΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ

Το μεγάλο μέγεθος του θεάτρου (στην τελική μορφή του χωρούσε 20.000 ανθρώπους) και η απόσταση ακόμη και των κοντινότερων θεατών από τους ηθοποιούς (περισσότερο από 10 μέτρα) υπαγόρευσε μια μη νατουραλιστική προσέγγιση στην ηθοποιία. Όλες οι χειρονομίες έπρεπε να είναι ιδιαίτερα εκφραστικές σε καθορισμένα πρότυπα, ώστε να "διαβάζονται" από τις πίσω σειρές. Το ίδιο συνέβαινε και με τα πρόσωπα. Τα προσωπεία, οι μάσκες, έδειχναν περισσότερο "φυσικές" από τα γυμνά πρόσωπα στο θέατρο του Διονύσου, αν και είχαν το φυσικό μέγεθος του προσώπου και μεγάλο άνοιγμα στο στόμα για να επιτρέπουν την καθαρή ομιλία. Τα υλικά της κατασκευής τους ποίκιλαν. Άλλα ήταν καμωμένες από ξύλο, άλλα από δέρμα και άλλες από ύφασμα και αλευρόπαστα. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για κάθε υλικό ξεχωριστά, αλλά δεν έχουμε κάποιο αυθεντικό εύρημα.Οι πραγματικές πληροφορίες που διαθέτουμε είναι σκαλισμένοι λίθοι που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως καλούπια και οι αγγειογραφικές απεικονίσεις.

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ

Οι θεότητες εμφανίζονταν ξαφνικά στη στέγη μέσω μιας καταπακτής. Χαρακτήρες που ίπταντο στον αέρα μεταφέρονταν πάνω από το σκηνικό διάκοσμο με τη βοήθεια ενός απλού γερανού, που αποκαλείτο "από μηχανής Θεός".Η γνωστότερη χρήση της μηχανής συνέβη το 431 π.Χ., όταν ο Ευριπίδης τη χρησιμοποίησε στο τέλος της Μήδειας.

Με τη σειρά τους οι εσωτερικές σκηνές παρουσιάζονταν στη θέα του κοινού με τη βοήθεια του εκκυκλήματος, μιας χαμηλής κυλιόμενης πλατφόρμας που έφερε τον ανάλογο διάκοσμο και φυσικά τους ηθοποιούς. Το εκκύκλημα χρησιμοποιείτο συνήθως για να επιδειχθεί στο κοινό εκείνος που σκοτωνόταν στο εσωτερικό του οίκου ή χαρακτήρες που νοσούσαν.

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ

ΣΚΗΝΗ:ΤΟ ΡΩΜΑΙΚΟ ΩΔΕΙΟ ΣΤΗΝ ΚΩ

Η ΣΚΗΝΗ:οίκος

Η σκηνή του 5ου αιώνα δεν ήταν μόνιμο κτήριο, αλλά μια προσωρινή ξύλινη κατασκευή που τοποθετείτο πίσω από την ορχήστρα για τις δραματικές αποδόσεις των ετήσιων γιορτασμών. Παρ'όλα αυτά η εφεύρεσή της επέφερε μια σημαντική αλλαγή στη θεατρική πρακτική και στον τρόπο με τον οποίο οι εκτελεστές και οι θεατρικοί συγγραφείς χρησιμοποίησαν το χώρο για να παράγουν νόημα. Το εσωτερικό αυτού του κτηρίου με την επίπεδη οροφή ήταν η περιοχή των σημερινών "παρασκηνίων", ένας κλειστός χώρος που βρισκόταν υπό την εποπτεία και την κυριαρχία του θηλυκού στοιχείου, όπως ο αληθινός οίκος. Κατά κανόνα οι ηθοποιοί πρόβαλλαν από τη σκηνή και συναντούσαν το χορό στην ορχήστρα, αλλά δεν έχουμε καμία αναφορά που να υποδηλώνει το αντίθετο, δηλαδή την εισβολή του χορού στη σκηνή. Ο οίκος παραμένει κλειστός και απαραβίαστος για τα πλήθη, υποδηλώνοντας εν μέρει το απαραβίαστο της ατομικής ζωής, εν μέρει τη σημασία του οίκου στην παραγωγή κοινωνικών δρώμενων.

Η ΣΚΗΝΗ:θέση ορχήστρας

Η σκηνή μάλλον δεν υπήρχε μέχρι το 460π.Χ., καθώς η Ορέστεια του Αισχύλου είναι το πρωιμότερο υπάρχον δράμα που τη χρησιμοποιεί. Η υπόθεση των άλλων έργων του θα μπορούσε κάλλιστα να εκτυλιχθεί στην ορχήστρα, με τους ηθοποιούς και το χορό να δρουν στο ίδιο επίπεδο. Πριν επινοηθεί η σκηνή, η είσοδος του χορού γινόταν από δύο κεκλιμένες ράμπες που αποκαλούνταν είσοδοι και οδηγούσαν στην ορχήστρα.

Οι αρχαιολογικές μαρτυρίες υποδεικνύουν ότι μεταξύ του 460 και του 431π.Χ. η ορχήστρα μετατοπίστηκε βορειοδυτικά της αρχικής της θέσης και η λοφοπλαγιά εκσκάφθηκε περισσότερο προκειμένου να στερεωθούν καλύτερα τα ξύλινα καθίσματα. Η κατανομή των καθισμάτων πιθανώς γινόταν σε 10 σφηνοειδή χωρίσματα για τις δέκα αττικές φυλές. Κατά τον 4ο αιώνα αυτές οι σφηνοειδείς διατάξεις, ή κερκίδες, έγιναν 13 τον αριθμό, με την κεντρική καλύτερη, δηλαδή να έχει μεγαλύτερο εύρος.

Η ΣΚΗΝΗ:σχήμα

Τα μόνα υπολείμματα από το πρώτο θέατρο, που χρησιμοποιήθηκε από τον Φρύνιχο, τον Αισχύλο και ενδεχομένως τον Σοφοκλή, είναι έξι από τις θεμέλιους λίθους του τοίχου της ορχήστρας.Αυτοί οι λίθοι ήταν κάποτε τμήμα ενός κύκλου διαμέτρου 24-27 μέτρων. Η λιθοδομή πιθανώς δεν ήταν κυκλική αλλά μάλλον πολυγωνική -σχήμα που χρησιμοποιείτο στην πρώιμη κλασική εποχή. Η αρχική περιοχή των θέσεων για τους θεατές πιθανώς δεν απαίτησε μεγάλη εκσκαφή της λοφοπλαγιάς, αλλά χρειάστηκε να υποστηλωθεί η ορχήστρα με υποστηρικτικούς τοίχους και να μεταφερθεί χώμα, προκειμένου να δημιουργηθεί το κατάλληλο επίπεδο για το χορό.

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Η ΚΑΤΟΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ,ΤΗΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΙΛΟΥ

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Τα κύρια μέρη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου ήταν η σκηνή, η ορχήστρα και το κοίλον, με τα ακόλουθα επιμέρους μέρη:

Η σκηνή: ορθογώνιο, μακρόστενο κτίριο, που προστέθηκε κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. στην περιφέρεια της ορχήστρας απέναντι από το κοίλον. Στην αρχή ήταν ισόγεια και χρησιμοποιούταν μόνο ως αποδυτήρια, όπως τα σημερινά παρασκήνια και τα καμαρίνια.

Το προσκήνιο: μια στοά με κίονες μπροστά από τη σκηνή. Ανάμεσα στα διαστήματα των κιόνων βρίσκονταν θυρώματα και ζωγραφικοί πίνακες (τα σκηνικά). Τα θυρώματα του προσκηνίου απέδιδαν τρεις πύλες, από τις οποίες έβγαιναν οι υποκριτές. Το προσκήνιο ήταν αρχικά πτυσσόμενο, πιθανώς ξύλινο.

Τα παρασκήνια: τα δύο άκρα της σκηνής που προεξέχουν δίνοντάς της σχήμα Π στην κάτοψη.

Οι πάροδοι: οι διάδρομοι δεξιά και αριστερά από τη σκηνή που οδηγούν στην ορχήστρα. Συνήθως σκεπάζονταν με αψίδες.

Η ορχήστρα: Η ημικυκλική πλατεία στο κέντρο του θεάτρου। Συνήθως πλακόστρωτη που εκεί δρούσε ο χορός.

Η θυμέλη: ο βωμός του Διονύσου στο κέντρο της ορχήστρας.

Ο εύριπος: αγωγός απορροής των υδάτων στην περιφέρεια της ορχήστρας από το μέρος του κοίλου.

Το κοίλον: όλος ο αμφιθεατρικός χώρος (με τα εδώλια, τις σκάλες και τα διαζώματα) γύρω από την ορχήστρα όπου κάθονταν οι θεατές.

Οι αναλημματικοί τοίχοι: οι τοίχοι στήριξης του εδάφους στα άκρα του κοίλου.

Οι αντηρίδες: πυργοειδείς τοίχοι κάθετοι προς τους αναλημματικούς που χρησιμεύουν στην καλύτερη στήριξή τους.

Τα διαζώματα: οριζόντιοι διάδρομοι που χωρίζουν τις θέσεις των θεατών σε οριζόντιες ζώνες.

Οι σκάλες: κλιμακωτοί εγκάρσιοι διάδρομοι για την πρόσβαση των θεατών στις θέσεις τους.

Οι κερκίδες : ομάδες καθισμάτων σε σφηνοειδή τμήματα που δημιουργούνται από τον χωρισμό των ζωνών με τις σκάλες.

Τα εδώλια: τα καθίσματα, οι θέσεις των θεατών.

Η προεδρία : η πρώτη σειρά των καθισμάτων όπου κάθονταν οι επίσημοι

ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ

ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

Το αρχαίο ελληνικό θέατρο, θεσμός της αρχαιοελληνικής πόλης-κράτους, διδασκαλία και τέλεση θεατρικών παραστάσεων,επ' ευκαιρία των εορτασμών του Διονύσου, αναπτύχθηκε στα τέλη της αρχαϊκής περιόδου και διαμορφώθηκε πλήρως κατά την κλασική περίοδο -κυρίως στην Αθήνα. Φέρει έναν έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα κατά τη διαδικασία της γέννησής του, αλλά και έναν εξίσου έντονο κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα κατά την περίοδο της ανάπτυξής του.